Παραπομπή από Ιστορικό

Μετά τα υπερστεγάσματα, ήρθε η σειρά της ιστιοφορίας.

Σύμφωνα με τον παραδοσιακό τρόπο, τα κατάρτια κατασκευάζονταν από ολόκληρους κορμούς κυπαρισσιών.
Η εργασία της κοπής των δέντρων, σύμφωνα πάντοτε με υποδείξεις παλαιών μαστόρων, έπρεπε να γίνει στην πανσέληνο του μήνα Ιανουαρίου επειδή τα δέντρα τότε είχαν όλους τους χυμούς τους και έτσι θα είχαν μεγαλύτερη αντοχή στη θάλασσα και στο χρόνο.
Αντιμετώπισα πολύ μεγάλη δυσκολία προκειμένου να βρω τα κατάλληλα δέντρα.

Έκανα αρκετά ταξίδια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας για αυτό το σκοπό και τελικά κατέληξα τον Ιανουάριο του 1988 μαζί με τον καραβομαραγκό Πάχο Παπαστεφάνου στη νήσο Λέσβο όπου μας είχαν συστήσει ένα λεβεντάνθρωπο, τον υλοτόμο Στρατή Αφαλονιάτη από το χωρό Παπάδος.

  

Στο υλοτομείο του Στρατή Αφαλονιάτη στη Λέσβο, όπου έχουν πλέον επιλεγεί και κοπεί οι κατάλληλοι κορμοί δέντρων.

Λέσβος, Ιανουάριος 1988

(Φωτογραφικό αρχείο Νίκου Ε. Ρηγινού)


Επιλέξαμε τα ενδεδειγμένα δέντρα προκειμένου να κατασκευαστούν δύο κατάρτια, δύο μάτσες, δύο πίκια, ένας αράπης και ένα μπαστούνι, δηλαδή σύνολο οκτώ δέντρα.

Στη συνέχεια τα δέντρα αυτά μεταφέρθηκαν στη Γλυφάδα όπου, πάντα σύμφωνα με υποδείξεις παλαιών καραβομαραγκών, παρέμειναν τρεις μήνες μέσα στη θάλασσα επιπλέοντας, ενώ κάθε λίγες μέρες έπρεπε να γυρίζουν για να μην είναι στραμμένη προς το φως μόνο η μία τους πλευρά.

Η διαδικασία αυτή ψήνει το ξύλο και το κάνει ανθεκτικό για την εν συνεχεία χρήση του στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Μετά από αυτή τη διαδικασία παρέμειναν για άλλους τρεις μήνες στην ξηρά αλλά σε σκιά, προκειμένου να στεγνώσουν σιγά-σιγά και να μην ανοίξουν.
Αφού τελείωσε και αυτό το στάδιο, μεταφέρθηκαν στο εργαστήριο του μάστρο-Πάχου ο οποίος τα πελέκησε και τους έδωσε το τελικό τους σχήμα.

Οι κορμοί ξεφορτώνονται στο εργαστήριο του Μάστρο-Πάχου.

Πέραμα, Αύγουστος 1988

(Φωτογραφικό αρχείο Νίκου Ε. Ρηγινού)

Τα κυπαρίσσια έπρεπε να πλανιστούν ευθεία με απόλυτη ακρίβεια και κατά την έκφραση των καραβομαραγκών να είναι ορθοσταφνιά.
Η βάση τους έπρεπε να είναι μεγαλύτερης διαμέτρου και σταδιακά να μειώνεται η διάμετρος μέχρι την κορυφή του καταρτιού. Εν συνεχεία θα τοποθετούνταν οι λόγχες.

Η εργασία αυτή τελείωσε με μεγάλη επιτυχία, χάρη στην επιδεξιότητα του μάστρο-Πάχου.
Στην διαδικασία της τοποθέτησης των καταρτιών στο σκάφος και της αρματωσιάς (ο εξαρτισμός ιστιοφόρου πλοίου) βοήθησε ένας από τους τελευταίους εν ζωή παραδοσιακούς αρμαδώρους (ο τεχνίτης που ασχολείται με την αρματωσιά) που την εποχή εκείνη ήταν ήδη 85 ετών, ο ονομαστός Νότης Μπίλιας από την Σαλαμίνα. Πριν από την τοποθέτησή τους εμποτίστηκαν με Εγγλέζικο διπλοβρασμένο λινέλαιο (Double Boiled Linseed Oil).

Την κατασκευή της ιστιοφορίας ακολούθησε το ράψιμο των πανιών.
Το ύφασμα των πανιών παραγγέλθηκε στο Arbroath της Σκωτίας, το φθινόπωρο του 1989, στο εργοστάσιο υφαντουργίας Francis Webster Ltd που ακόμα τότε παρήγαγε υφάσματα από καμβά ειδικά για παραδοσιακά ιστιοφόρα. Ο οίκος αυτός, κατασκεύαζε πανιά από το 1795 και είχε εφοδιάσει τα γνωστότερα ιστιοφόρα από την εποχή εκείνη. Την ραφή των ιστίων της "Φανερωμένης" ανέλαβε o Ηλίας Βελούδης από το Αγκίστρι, από τους τελευταίους παραδοσιακούς ιστιοράπτες.

Κατασκευάστηκαν τέσσερα πανιά: Μεγίση (Μαΐστρα), Πλωριά Ράντα, Αράπης και κόντρα Φλόκος.

 

Η “Φανερωμένη” με ιστιοφορία σκούνας.

Αρχικό σχέδιο Κώστα Δαμιανίδη.
Τροποποίηση σχεδίου Ελίνα Ντάλλας